Χαριστική βολή η αύξηση του Φ.Π.Α. για επιχειρήσεις αλλά και καταναλωτές
Το 24% φέρνει ανατιμήσεις και στο βάθος... φοροδιαφυγή
Φωτιά στις τιμές των προϊόντων αναμένεται να βάλει η νέα αύξηση του Φ.Π.Α. στο 24% την οποία φέρεται να προωθεί η κυβέρνηση με τη σύμφωνη γνώμη των δανειστών. Παράγοντες της αγοράς επισημαίνουν ότι είναι αδύνατον οι επιχειρήσεις να απορροφήσουν τη νέα αυτή αύξηση, περιμένουν μεγάλη μείωση της κατανάλωσης, αλλά και αύξηση της φοροδιαφυγής.
Η πρόταση της κυβέρνησης αφορά αύξηση του υψηλού συντελεστή του Φ.Π.Α. από το 23% στο 24% με εφαρμογή από την 1η Ιουλίου, ενώ συζητείται και η αύξηση του συντελεστή Φ.Π.Α. για περιοδικά, βιβλία και εφημερίδες, που σήμερα είναι στο 6%.
ΠΟΙΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΕΠΗΡΕΑΖΟΝΤΑΙ
Το θέμα έφερε στη δημοσιότητα η εφημερίδα “Καθημερινή”, με την κυβέρνηση να μην διαψεύδει το σενάριο, αναφέροντας ότι από την αύξηση του Φ.Π.Α. αναμένεται να επηρεαστούν τα εξής προϊόντα και υπηρεσίες:
• Τυποποιημένα είδη διατροφής (μακαρόνια, ρύζι, αλεύρι, καφές, κακάο, αλλαντικά, μαρμελάδες, σοκολάτες, παγωτά, είδη ζαχαροπλαστικής, μπαχαρικά, προψημένο ψωμί, προμαγειρεμένα φαγητά, ψωμί του τοστ, φρυγανιές κ.ά.).
• Αναψυκτικά – χυμοί.
• Εστίαση (ταβέρνες εστιατόρια) – catering.
• Εισιτήρια μέσων μαζικής μεταφοράς (λεωφορεία, αεροπλάνα, πλοία κ.ά.) και κόμιστρα ταξί.
• Υπηρεσίες από συγγραφείς, καλλιτέχνες, συνθέτες.
• Επισκευή και συντήρηση παλαιών κατοικιών.
• Ανθη – φυτά.
• Αποχέτευση.
• Ζωοτροφές για κατοικίδια.
«ΜΗΝ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ ΑΥΞΗΣΗ ΕΣΟΔΩΝ»
Μιλώντας στα “Χ.Ν.”, ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χανίων Γιάννης Μαργαρώνης επεσήμανε ότι «για ακόμα μια φορά βαδίζουμε στον λάθος δρόμο, αφού έχει αποδειχθεί ότι κάθε φορά που αυξάνεται ο Φ.Π.Α. τα έσοδα για το κράτος λιγοστεύουν».
Το γεγονός αυτό άλλωστε σχολίασε και ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γ. Καββαθάς σε αθηναϊκά Μ.Μ.Ε., υπενθυμίζοντας ότι «κατά τη διάρκεια των ανατιμήσεων Φ.Π.Α. στην αγορά από το 2010 και έπειτα, τα έσοδα από τα καπνικά προϊόντα μειώθηκαν αναλογικά, τα έσοδα από την εξίσωση φόρου πετρελαίου θέρμανσης – κίνησης δεν αυξήθηκαν, τα έσοδα από την αύξηση του Φ.Π.Α. εστίασης το 2013 ήταν περιορισμένα και οδήγησαν στην επαναφορά του συντελεστή στο 13% με βελτιωμένα αποτελέσματα για τον κλάδο, τα έσοδα από την αύξηση Φ.Π.Α. στα νησιά το 2015 δεν συνέβαλαν στη βελτίωση των φορολογικών εσόδων σε σχέση με το 2016».
«Η ίδια η Κομισιόν, σε παλαιότερη έκθεσή της, έχει επισημάνει ότι σε περιόδους ύφεσης αύξηση του Φ.Π.Α. οδηγεί σε χαμηλότερα έσοδα» σχολιάζει από την πλευρά του το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας σε ανακοίνωσή του.
«Τα έσοδα από τον Φ.Π.Α. στη χώρα θα έπρεπε να ξεπερνούν τα 20 δισ. ευρώ με δεδομένους τους φορολογικούς συντελεστές που εφαρμόζονται και παρ’ όλα αυτά οι εισπράξεις περιορίζονται στα 13,7 δισ. ευρώ, ενώ το 21% των οφειλών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων αφορά τον Φ.Π.Α.» σχολίασε από την πλευρά του ο πρόεδρος της ΕΣΕΕ Βασίλης Κορκίδης.
ΦΟΒΟΣ ΓΙΑ ΦΟΡΟΔΙΑΦΥΓΗ
Με την κυβέρνηση να επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ότι “κυνηγά” τη φοροδιαφυγή, η προτεινόμενη αύξηση του Φ.Π.Α. το αντίθετο αποτέλεσμα αναμένεται να φέρει. «Υπάρχει πολύ μεγάλος κίνδυνος να αυξηθεί η φοροδιαφυγή κάθε φορά που αυξάνεται ο Φ.Π.Α.» σχολιάζει στα “Χ.Ν.” ο Γιάννης Μαργαρώνης, επισημαίνοντας ότι «λύση είναι η αυστηροποίηση κανόνων και ποινών, η οποία όμως θα συνοδεύεται από μείωση του Φ.Π.Α. και των φορολογικών συντελεστών». Οσον αφορά τη χρήση POS (τερματικών αποδοχής χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών) ο κ. Μαργαρώνης παρατηρεί πως «αν “εξαφανίσεις” το χρήμα και στραφείς στο πλαστικό, σίγουρα θα μειώσεις τη φοροδιαφυγή. Η χρήση όμως POS ενέχει κινδύνους για τους επαγγελματίες. Γιατί δεν μπορεί να γίνει χωρίς να δημιουργηθεί ένας ακατάσχετος λογαριασμός για την επιχείρηση».
Ο πρόεδρος του Επιμελητηρίου Χανίων τονίζει ακόμα την ανάγκη το μέτρο των POS να εφαρμοστεί παντού, από τις λαϊκές αγορές, μέχρι τα περίπτερα, ενώ συμπληρώνει πως «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δεν λύνεται με αυτό το μέτρο το πρόβλημα της παραοικονομίας, όπως για παράδειγμα τα λαθραία προϊόντα, καπνικά και άλλα».
Δεδομένη θεωρεί την αύξηση των κρουσμάτων φοροδιαφυγής και η αντιπρόεδρος του Συλλόγου Επιχειρηματιών Εστίασης Νομού Χανίων Αννα Σαματά, σχολιάζοντας πως «επιχειρηματίες που δύσκολα τα βγάζουν πέρα λογικό είναι να μπαίνουν στη διαδικασία να κόβουν λιγότερες αποδείξεις. Αλλωστε γι’ αυτό πιστεύω ότι η αύξηση θα εφαρμοστεί από 1η Ιουλίου, περίοδο κατά την οποία ξεκινούν και οι έλεγχοι για φοροδιαφυγή».
ΑΥΞΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΚΑΛΑΘΙ ΤΗΣ ΝΟΙΚΟΚΥΡΑΣ
Από την προτεινόμενη αύξηση αναμένεται να πάρει… φωτιά το καλάθι της νοικοκυράς, αφού ενδεικτικά θα αυξηθούν οι τιμές σε αλλαντικά, ζυμαρικά, καφέδες, ζάχαρα, φρυγανιές, χυμούς κ.λπ.
«Είναι αδύνατον οι επιχειρήσεις να απορροφήσουν αυτή την αύξηση» σχολιάζει ο Γιάννης Μαργαρώνης περιμένοντας ανατιμήσεις σε αρκετά προϊόντα. «Απορροφήσαμε την αύξηση από 10 σε 11, αλλά τις προηγούμενες που ήταν μεγαλύτερες και αυτή που σχεδιάζεται τώρα, δεν είναι δυνατόν να τις απορροφήσουμε» επισημαίνει χαρακτηριστικά, τονίζοντας πως «η υπερφορολόγηση, σε συνδυασμό με τη λειτουργία ολιγοπωλίων, που δεν αντιμετωπίζεται, οδηγούν σε αδιέξοδο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις».
«Ελάχιστες είναι οι επιχειρήσεις που, όσο και αν το θέλουν, θα καταφέρουν να απορροφήσουν οι ίδιες την αύξηση των τιμών που θα προκαλέσει η άνοδος του συντελεστή Φ.Π.Α.» δήλωσε και ο πρόεδρος της ΚΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, ερωτηθείς από δημοσιογράφους.
Οπως επισημαίνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ – ΜΠΕ) ο Βασίλης Ζαφείρης, εντεταλμένος σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ) «από πλευράς οικογενειακής δαπάνης, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών που διενεργεί η Ελληνική Στατιστική Αρχή, οι δαπάνες για είδη διατροφής αντιπροσωπεύουν κατά μέσον όρο το 20% του οικογενειακού προϋπολογισμού, με το ποσοστό αυτό να ανεβαίνει στο 34% για τον πτωχό πληθυσμό της χώρας. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι το ποσοστό συμμετοχής της διατροφής στον οικογενειακό προϋπολογισμό βαίνει αυξανόμενο στο μέτρο που η συνολική ετήσια οικογενειακή δαπάνη μειώνεται λόγω αντίστοιχης πτώσης του εθνικού κατά κεφαλήν εισοδήματος. Πιο αναλυτικά, ενώ η μέση μηνιαία δαπάνη για αγορές αγαθών και υπηρεσιών σε τρέχουσες τιμές το 2008 αντιπροσώπευε 2.120 ευρώ, το 2012 είχε πέσει στα 1.637 ευρώ και σήμερα εκτιμάται ότι βρίσκεται στα 1.502 ευρώ. Ετσι, το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν τα είδη διατροφής στη σύνθεση της δαπάνης αυτής, από 16,4% το 2003, το 2014 εκτιμάται στο επίπεδο του 20,8% και για τα φτωχότερα νοικοκυριά να ξεπερνά το 39%.
Από αυτά που προηγούνται, γίνεται ορατή μία πολύ δυσάρεστη εξέλιξη, αν o Φ.Π.Α. αυξηθεί 5η φορά από το 2009. Η αύξηση αυτή θα πλήξει τον οικογενειακό προϋπολογισμό, ιδιαίτερα τα φτωχά νοικοκυριά που καταναλώνουν το 39% για διατροφή».
ΝΕΟ ΠΛΗΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΣΤΙΑΣΗ
Επιπτώσεις στον τζίρο θα δει και ο κλάδος της εστίασης από την αύξηση του Φ.Π.Α. Χαρακτηριστικό είναι το σχόλιο της Αννας Σαματά στα “Χ.Ν.”: «Ο επαγγελματίας της εστίασης καλείται τώρα να απορροφήσει αυτή την αύξηση του Φ.Π.Α. γιατί στα μάτια του πελάτη το 1% δεν θεωρείται μεγάλο ποσό. Μην ξεχνάμε όμως ότι πέρυσι ο Φ.Π.Α. ήταν 13%, στη συνέχεια πήγε 23% και τώρα καταλήγει στο 24%! Σε αυτά συνυπολογίστε και όσα πληρώνει μια επιχείρηση σε λογαριασμούς, τραπεζοκαθίσματα, μισθούς, τέλη».
Σύμφωνα με την ίδια, «το παράλογο στην Ελλάδα είναι ότι το 10% του πληθυσμού, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, πληρώνουν το 48% των φόρων του ελληνικού κράτους. Ερχεται τώρα να προστεθεί ένα ακόμα παράλογο μέτρο. Να έχουμε Φ.Π.Α. 24% με βασικό μισθό στα 500 ευρώ, ενώ άλλες ευρωπαϊκές χώρες να έχουν αντίστοιχο φόρο, αλλά με βασικό μισθό στα 2.000 ευρώ!».
ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΕΣ
Υπάρχουν όμως εναλλακτικές λύσεις για να βγει η αγορά από το τέλμα και να αυξηθούν και τα κρατικά έσοδα; Ο Γιάννης Μαργαρώνης αναφέρει στα “Χ.Ν.” ότι «υπάρχει πρόταση της ΕΣΕΕ για ενιαίο Φ.Π.Α. σε όλη την Ευρωπαϊκή Ενωση, ώστε να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα με το διασυνοριακό εμπόριο που είναι ιδιαίτερα έντονο στην ηπειρωτική Ελλάδα. Οι καταναλωτές ψωνίζουν για παράδειγμα από τα Σκόπια ή τη Βουλγαρία και οι επιχειρήσεις στη Βόρεια Ελλάδα έχουν γονατίσει».
«Οι ιθύνοντες του Υπουργείου Οικονομικών, που προτείνουν τα συγκεκριμένα μέτρα, θα πρέπει να καταστήσουν σαφές στους δανειστές ότι η ακολουθούμενη πολιτική, όπως έχει αποδεχθεί στην πράξη τα τελευταία χρόνια, είναι αναποτελεσματική, αδιέξοδη και ως εκ τούτου πρέπει να αντικατασταθεί από μία πολιτική που θα περιλαμβάνει ουσιαστικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις και αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, που θα βοηθήσουν στην επανεκκίνηση της οικονομίας, που τόσο πολύ έχει ανάγκη η χώρα», σχολιάζει το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο της Αθήνας (ΒΕΑ) καταγγέλλοντας παράλληλα πως «την ίδια στιγμή που οι δαπάνες του Δημοσίου παραμένουν στο απυρόβλητο, η κυβέρνηση επιχειρεί για πολλοστή φορά να επιβαρύνει με υψηλότερους φόρους τους συνεπείς φορολογουμένους και τις επιχειρήσεις, διαλύοντας έτσι τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό, βάζοντας “ταφόπλακα” στις λιγοστές ελπίδες για ανάκαμψη της οικονομίας».
Το Επαγγελματικό Επιμελητήριο Αθηνών ζητά από την κυβέρνηση και τους δανειστές να αποσύρουν κάθε σκέψη και σενάριο για αύξηση των συντελεστών της έμμεσης φορολογίας, χαρακτηρίζοντάς τη ως «αντιαναπτυξιακή και ταυτόχρονα αναποτελεσματική επίθεση στο εισόδημα και το επίπεδο διαβίωσης του χειμαζόμενου από την κρίση μέσου ελληνικού νοικοκυριού και της μικρομεσαίας ελληνικής επιχείρησης».
Την εκτίμησή του ότι ενδεχόμενη αύξηση του Φ.Π.Α. στο 24%, από 23% που είναι σήμερα, θα αποτέλεσε το τελειωτικό χτύπημα για την αγορά, διατυπώνει και ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΒΕΘ) Παναγιώτης Παπαδόπουλος, σημειώνοντας ότι «η αύξηση της φορολογίας, έμμεσης ή άμεσης, οδηγεί την αγορά σε χειμερία νάρκη από την οποία δύσκολα θα εξέλθει».
Αυξήσεις από το 1987!
Το Εμποροβιομηχανικό Επιμελητήριο Πειραιά, ανατρέχοντας στην ιστορικότητα του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας σημειώνει ότι από το 1987, οπότε και καθιερώθηκε στην Ελλάδα, σχεδόν πάντα αυξάνεται. Οι ελάχιστες εξαιρέσεις μείωσης του Φ.Π.Α., προέκυψαν το 1992, όταν η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάργησε τον συντελεστή 36% για τα είδη πολυτελείας, το 1989, όταν προεκλογικά η κυβέρνηση Παπανδρέου μείωσε για έναν χρόνο τον συντελεστή Φ.Π.Α. από το 18% στο 16%, ενώ η κυβέρνηση Σαμαρά μείωσε προσωρινά τον συντελεστή στην εστίαση από το 23% στο 13%.
Σύμφωνα με το Επιμελητήριο, από το 1987 έως το 1992, από το 1992 έως το 2005 και από το 2005 έως το 2010, οι αλλαγές ήταν οριακές, ενώ μετά 2010 η κατάσταση έγινε «ανεξέλεγκτη». Το 2005 επί Αλογοσκούφη αυξήθηκε κατά μία μονάδα. Δύο χρόνια αργότερα, ο ίδιος εισηγείται νέο πακέτο μέτρων με νέα αύξηση Φ.Π.Α. Επί υπουργίας Γ. Παπακωνσταντίνου έγιναν τρεις αυξήσεις σε έναν χρόνο. Τον Μάρτιο του 2010 μία μονάδα, τον Ιούλιο του 2010 δύο μονάδες στον υψηλό συντελεστή και την 1η Ιανουαρίου του 2011 άλλες δύο μονάδες στον μειωμένο και στον υπερμειωμένο Φ.Π.Α. Oι τρεις συντελεστές 4,5%, 10% και 19% αυξάνονται το 2011, αντίστοιχα, σε 6,5%, 13% και 23%. Το 2015, αντί για τη συνήθη αύξηση συντελεστών, έχουμε μετατάξεις αγαθών στον υψηλό συντελεστή με στόχο την αύξηση των εσόδων από Φ.Π.Α. κατά 1,3 δισ. ευρώ με το εισπρακτικό αποτέλεσμα για άλλη μια φορά άκαρπο. Το 2016, το 19,3% των ληξιπρόθεσμων οφειλών, ύψους 86,3 δισ. ευρώ στο Δημόσιο, αφορά τον Φ.Π.Α. και ανέρχεται σε 17 δισ. ευρώ.
Πηγή: haniotika-nea.gr